ΔΥΣΠΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΙΣΧΙΟΥ

Αξιολόγηση Χρήστη: 4 / 5

Αστέρια ΕνεργάΑστέρια ΕνεργάΑστέρια ΕνεργάΑστέρια ΕνεργάΑστέρια Ανενεργά
 

ΔΥΣΠΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΙΣΧΙΟΥ

Η δυσπλασία της άρθρωσης του ισχίου έχει παρατηρηθεί σχεδόν σε όλες τις φυλές σκύλων, στον άνθρωπο και στα περισσότερα είδη κατοικίδιων ζώων. Αποτελεί τη συχνότερη ορθοπεδική πάθηση των γιγαντόσωμων και μεγαλόσωμων φυλών σκύλων. Προσβάλλονται κυρίως σκύλοι γιγαντόσωμων, μεγαλόσωμων και μέσου σωματικού βάρους φυλών, όπως German Shepherd, Grade Dane, Bull Mastiff, Golden Retriever και Saint Bernard και πολύ σπάνια εκδηλώνεται σε σκύλους με σωματικό βάρος μικρότερο των 12 κιλών. Τα συμπτώματα πρωτοεμφανίζονται συνήθως μεταξύ 4ου και 12ου μήνα και κάποιες φορές μετά το 2ο έτος. Συνήθως η προσβολή αφορά και τα 2 οπίσθια άκρα, όμως εκδηλώνεται εμφανώς στο ένα άκρο. Πιο σπάνια μπορεί να αφορά μόνο το ένα από τα δύο άκρα, σε ποσοστό 3-30%.

Στην αιτιοπαθογένεια της δυσπλασίας του ισχίου εμπλέκονται διάφοροι παράγοντες. Οι περισσότερες μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η δυσπλασία του ισχίου είναι γενετικά προκαθορισμένη, είναι δηλαδή κληρονομική. Οφείλεται στη δράση πολλών γονιδίων (πολυγονιδιακό χαρακτηριστικό), με το περιβάλλον να ασκεί σχετικά μεγάλη επίδραση. Στη δυσπλασία του ισχίου προδιαθέτουν το μεγάλο σωματικό μέγεθος και βάρος, ο γρήγορος ρυθμός ανάπτυξης, η υψηλοθερμιδική διατροφή, η παχυσαρκία, οι υπερβολικές δόσεις ασβεστίου, οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές, η υπερβολική άσκηση και ορισμένες ορμονικές διαταραχές.
Το σημαντικό ρόλο όμως παίζει ο ρυθμός ανάπτυξης των μυϊκών μαζών. Πολλές φορές παρατηρείται αδυναμία των μυών της λεκάνης να αναπτυχθούν το ίδιο γρήγορα με τα οστά της λεκάνης, με αποτέλεσμα να υπάρχει δυσαρμονία μεταξύ των πιέσεων που ασκούνται στα οστά και της ισχύος των μυών, που οδηγεί σε αστάθεια της άρθρωσης. Η αστάθεια οδηγεί σε κάποιες μη φυσιολογικές κινήσεις μέσα στην άρθρωση, που έχουν σαν αποτέλεσμα να ασκούνται μη φυσιολογικές πιέσεις σε κάποια από τα ανατομικά στοιχεία της άρθρωσης και να προκαλούνται αλλοιώσεις σε αυτά. Έτσι παρουσιάζεται διάβρωση και μεταβολή στο σχήμα της κεφαλής του μηριαίου οστού και της κοτύλης και σιγά σιγά εμφανίζονται αλλοιώσεις εκφυλιστικής οστεοαρθρίτιδας.
Η συμπτωματολογία ποικίλει ανάλογα με την ηλικία του ζώου. Στα νεαρά ζώα, 4 μέχρι 12 μηνών, συνήθως τα συμπτώματα εμφανίζονται απότομα. Παρουσιάζεται διστακτικότητα στο βάδισμα συνήθως στο ένα από τα δύο οπίσθια άκρα και πιο σπάνια και στα δύο οπίσθια άκρα.  Το ζώο κουτσαίνει λόγω των μικροκαταγμάτων της κοτύλης και ίσως και της ρήξης ινών κάποιων από τους συνδέσμους της άρθρωσης ή του αρθρικού θυλάκου. Ο σκύλος παρουσιάζει δυσκολία στην προσπάθεια του να κάτσει και να σηκωθεί, όταν κάθεται αρκετή ώρα. Συχνά αρνείται να μετακινηθεί, να τρέξει, να κάνει άλματα και να ανεβοκατεβεί σκαλιά. Αρκετές φορές παρατηρείται το λεγόμενο ¨περπάτημα κουνελιού¨, δηλαδή το ζώο όταν τρέχει μετακινεί και τα δύο οπίσθια άκρα ταυτόχρονα. Μπορεί να εμφανίζεται κύρτωση της ράχης, ως μια προσπάθεια του ζώου να μετακινήσει το βάρος του στα πρόσθια άκρα. Σε πιο χρόνιες καταστάσεις υπάρχει ατροφία των μυών της λεκάνης και του μηρού και είναι συχνή η ακρόαση ενός χαρακτηριστικού ήχου (κλικ) κατά τη βάδιση. Ο ήχος αυτός προέρχεται από την κεφαλή του μηριαίου οστού που μπαινοβγαίνει στην άρθρωση. Συνήθως υπάρχει πόνος κατά την έκταση του ποδιού. Σε ορισμένα ζώα αυτής της ηλικίας όμως, μπορεί η δυσπλασία του ισχίου να είναι και ασυμπτωματική.
Τα περισσότερα δυσπλαστικά ζώα, ηλικίας 12-14 μηνών, ακόμα και αν εμφάνιζαν συμπτώματα σε νεαρότερη ηλικία, σ’ αυτή την ηλικία δεν κουτσαίνουν συνήθως, ούτε έχουν πόνο, εξαιτίας της αποκατάστασης των μικροκαταγμάτων της κοτύλης.
Στα ενήλικα ζώα, ηλικίας μεγαλύτερης των 15 μηνών, τα συμπτώματα της δυσπλασίας του ισχίου εμφανίζονται συνήθως σταδιακά και μπορεί σε νεαρότερη ηλικία να μην παρουσιάζονταν καθόλου συμπτώματα. Συνήθως η προσβολή αφορά και τα 2 οπίσθια άκρα και εκδηλώνεται με χωλότητα και διστακτικότητα στο βάδισμα κυρίως μετά από παρατεταμένη άσκηση, που οφείλονται στο πόνο, λόγω της οστεοαρθρίτιδας.
Τα συμπτώματα που εμφανίζονται είναι ανέγερση και κατάκλιση με δυσκολία, ταλάντευση του οπίσθιου τμήματος του σώματος κατά την μετακίνηση, ατροφία των μυών της λεκάνης και του μηρού και πιθανώς υπερτροφία των μυών του ώμου, λόγω του ότι το ζώο έχει τη τάση να μετατοπίζει το  βάρος του προς τα πρόσθια άκρα για να ανακουφίζει τα οπίσθια. Υπάρχει κριγμός κατά τις κινήσεις της άρθρωσης και περιορισμός του εύρους των κινήσεων της άρθρωσης, που γίνεται αντιληπτός κυρίως κατά την έκταση του ποδιού.
Η διάγνωση πραγματοποιείται πολύ εύκολα με βάση την κλινική εικόνα του ζώου και τα ευρήματα της ορθοπεδικής εξέτασης, ανάλογα με την ηλικία του. Η επιβεβαίωση της διάγνωσης και η διαπίστωση της έκτασης των αλλοιώσεων που υπάρχουν στην άρθρωση γίνεται με βάση τα ακτινολογικά ευρήματα, μετά από τη λήψη συμμετρικής ακτινογραφίας λεκάνης, με το ζώο υπό γενική αναισθησία. Θα πρέπει να διευκρινιστεί όμως, ότι συχνά δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της σοβαρότητας της κλινικής εικόνας του ζώου και των ακτινολογικών ευρημάτων.
Τα ακτινολογικά ευρήματα είναι η αβαθής κοτύλη, η ελαφρώς επίπεδη κεφαλή του μηριαίου και η μετακίνηση της κεφαλής του μηριαίου προς τα πλάγια σε σχέση με τη κοτύλη. Επίσης, μπορεί να υπάρχει εξάρθρημα, οστεόφυτα και διάβρωση του αρθρικού χόνδρου.
Όσον αφορά τη θεραπεία, ένα μεγάλο ποσοστό των δυσπλαστικών ζώων (ίσως και το 70%) δεν θα χρειαστεί καμία θεραπεία μετά την ενηλικίωση του. Η θεραπευτική αγωγή γίνεται με βάση τη κλινική εικόνα και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων και όχι τα ακτινολογικά ευρήματα.
Η συντηρητική αγωγή αποτελεί συνήθως την πρώτη επιλογή, ιδίως σε ασθενείς με ήπια ή διαλείποντα συμπτώματα και σε ηλικιωμένα ζώα με μικρή δραστηριότητα. Επίσης, μπορεί να εφαρμοστεί προεγχειρητικά και για οικονομικούς λόγους. Η συντηρητική αγωγή περιλαμβάνει τον έλεγχο του σωματικού βάρους, που συχνά αποτελεί και το μόνο μέτρο σε παχύσαρκα ζώα. Η ελεγχόμενη καθημερινή άσκηση, όπως το κολύμπι ή ο περίπατος (χωρίς τρέξιμο και άλματα) βοηθούν, θα πρέπει όμως να περιορίζονται στο ελάχιστο στις περιπτώσεις που το ζώο παρουσιάζει πόνο. Επίσης, μπορούν να γίνονται κάποιες μαλάξεις και παθητικές κινήσεις της άρθρωσης. Το ζώο θα πρέπει να βρίσκεται πάντα σε θερμό και ξηρό περιβάλλον, το κρύο και η υγρασία επιδεινώνουν την κατάσταση. Όσον αφορά την φαρμακευτική αντιμετώπιση του πόνου και της φλεγμονής, μπορούν να χορηγούνται κατά διαστήματα κάποια αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη. Ουσίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είναι το ακετυλοσαλικυλικό οξύ (ασπιρίνη), η καρπροφαίνη (Rimandyl) , η κετοπροφαίνη (Ketofen) και η μελοξικάμη (Metacam).
Η χειρουργική αγωγή αποτελεί μια μόνιμη και πολύ πιο ανακουφιστική λύση για το δυσπλαστικό ζώο.  Υπάρχουν διάφορες χειρουργικές τεχνικές που μπορούν να εφαρμοστούν ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
Η πιο συχνή χειρουργική επέμβασή που γίνεται στη δυσπλασία του ισχίου είναι η εκτομή της κεφαλής του μηριαίου οστού, η καταστροφή δηλαδή του ανώτερου τμήματος του οστού αυτού. Η εκτομή της κεφαλής του μηριαίου αποσκοπεί στην μετατροπή μιας επώδυνης άρθρωσης σε λειτουργική ψευδοάρθρωση. Μετά την εκτομή της κεφαλής του μηριαίου, αυτή αντικαθιστάται από ινώδη ιστό, που σχηματίζει ένα ινώδη σύνδεσμό, ο οποίος συγκρατεί το άκρο και επιτρέπει σχεδόν την πλήρη λειτουργική και κινητική αποκατάσταση της άρθρωσης. Η τεχνική αυτή έχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα σε ζώα με σωματικό βάρος μικρότερο των 25 κιλών. Αμέσως μετά την επέμβαση θα πρέπει να εφαρμόζεται φυσιοθεραπεία. Το ζώο παρουσιάζει ικανοποιητική βελτίωση συνήθως μετά τον 3ο-4ο μήνα από την επέμβαση, ενώ για να επανέλθει πλήρως στη φυσιολογική του δραστηριότητα χρειάζονται περίπου 6 μήνες. Συνήθως τα αποτελέσματα είναι επιτυχή, σπάνια μόνο μπορεί να παρουσιαστούν επιπλοκές. Οι επιπλοκές που μπορεί να συμβούν είναι η βράχυνση του άκρου, η ελλιπής ανάκτηση της λειτουργικότητας και κινητικότητας του άκρου, το εξάρθρημα της επιγονατίδας, η μυϊκή ατροφία και ο πόνος.
Μια άλλη χειρουργική τεχνική είναι η εκτομή ή η διατομή του κτενίτη μυός ή του τένοντα του, συνήθως και στα δύο οπίσθια άκρα (ο κτενίτης σπρώχνει τη κεφαλή προς τα μέσα και μετατοπίζει τον άξονα κεφαλής-κοτύλης). Με τη τεχνική αυτή το ζώο δεν θα ιαθεί για πάντα. Ανακουφίζει συνήθως από τον πόνο για διάστημα που κυμαίνεται από λίγους μήνες ως 5-6 χρόνια, καθυστερεί δηλαδή την εμφάνιση της άσχημης κλινικής εικόνας. Με αυτή την τεχνική δεν σταθεροποιείται η άρθρωση και δεν σταματάει η εξεργασία που οδηγεί στην οστεοαρθρίτιδα. Μετεγχειρητικά αρχίζει ήπια άσκηση για 2 εβδομάδες και το ζώο αναρρώνει από την επέμβαση. Σ΄ αυτή την περίπτωση, οι πιθανές επιπλοκές που μπορεί να συμβούν είναι ο σχηματισμός αιματώματος ή ορώδους συλλογής 3-5 ημέρες μετά από την επέμβαση και η αναστόμωση των κολοβωμάτων του μυός.
Μια χειρουργική τεχνική με πολύ καλά αποτελέσματα είναι η ολική αρθροπλαστική της άρθρωσης του ισχίου, που μπορεί να γίνει σε ζώα μεγαλύτερα των 14 μηνών. Στην επέμβαση αυτή αντικαθίσταται η άρθρωση με τεχνική άρθρωση, η κεφαλή του μηριαίου αντικαθίσταται από μεταλλική κεφαλή και η κοτύλη από τεχνική κοτύλη. Η ολική αρθροπλαστική λύνει το πρόβλημα χωρίς οποιεσδήποτε επιπλοκές, το κόστος της όμως είναι αρκετά υψηλό.
Κάποιες άλλες χειρουργικές επεμβάσεις που γίνονται τα τελευταία χρόνια και έχουν επιτυχή αποτελέσματα είναι η τριπλή οστεοτομή της πυέλου και η διατροχαντήρια οστεοτομή του μηριαίου οστού. Οι οστεοτομές είναι διορθωτικές επεμβάσεις που εφαρμόζονται σε νεαρά ζώα χωρίς αρθρικές αλλοιώσεις.
Αυτονόητο είναι, ότι το σημαντικότερο ρόλο, όπως και σε κάθε άλλη πάθηση, παίζει η πρόληψη. Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, η δυσπλασία του ισχίου είναι κληρονομική ασθένεια. Τα κουτάβια κατά τη γέννηση τους δεν παρουσιάζουν προβλήματα, αργότερα όμως, σε συνδυασμό με περιβαλλοντικούς παράγοντες μπορεί να γίνει εμφανές το πρόβλημα της δυσπλασίας του ισχίου και να ποικίλει η σοβαρότητα του. Για την εξάλειψη αυτής της ασθένειας είναι απαραίτητο να αποκλείονται από την αναπαραγωγή τα ζώα που παρουσιάζουν οποιουδήποτε βαθμού δυσπλασία.



Δρ. Μαριάννα Γεωργίου
Κτηνίατρος.

©2024 Epagneul Breton de Chypre. All Rights Reserved. Developed by OnlineTraders.eu

Search